Αρχιεπίσκοπος Αμερικής Μιχαήλ

Έλληνας ιεράρχης του Οικουμενικού Πατριαρχείου

Ο Μιχαήλ (κατά κόσμον Θουκυδίδης Κωνσταντινίδης, Μαρώνεια Ροδόπης, 27 Μαΐου 1892[1][2] - Νέα Υόρκη, 13 Ιουλίου 1958[2]) ήταν Έλληνας ιεράρχης που διετέλεσε μητροπολίτης Κορινθίας κατά τα έτη 1939 - 1949 καθώς και αρχιεπίσκοπος Αμερικής από το 1949 μέχρι το θάνατό του το 1958.

Μιχαήλ
Αρχιεπίσκοπος Αμερικής
Από18 Δεκεμβρίου 1949
Έως13 Ιουλίου 1958
ΠροκάτοχοςΑθηναγόρας
ΔιάδοχοςΙάκωβος
Προσωπικά στοιχεία
Γέννηση27 Μαΐου 1892
Μαρώνεια, Οθωμανική Αυτοκρατορία
Θάνατος13 Ιουλίου 1958 (66 ετών)
Νέα Υόρκη, ΗΠΑ
ΕθνικότηταΕλληνική
ΔόγμαΧριστιανός Ορθόδοξος
Πρώην τίτλοςΜητροπολίτης Κορίνθου (1939-1949)

Βιογραφία Επεξεργασία

Καταγωγή και σπουδές Επεξεργασία

Γεννήθηκε το 1892 στη Μαρώνεια της Ροδόπης η οποία τότε βρισκόταν εντός των ορίων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Γονείς του ήταν ο Μιχαήλ Κωνσταντινίδης και η Φιλιώ Τσακίρογλου ενώ το κοσμικό του όνομα ήταν Θουκυδίδης[3]. Μετά την ολοκλήρωση της βασικής εκπαίδευσης στην Ξάνθη εισήχθη στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης, από την οποία αποφοίτησε με άριστα το 1914 έπειτα από επταετή φοίτηση. Κατά το τελευταίο έτος των σπουδών του χειροτονήθηκε διάκονος, έλαβε το όνομα Μιχαήλ και διετέλεσε για ένα έτος καθηγητής στην Εμπορική Σχολή Χάλκης. Το 1915 ο Πατριάρχης Γερμανός Ε΄ του χορήγησε υποτροφία του Οικουμενικού Πατριαρχείου, προκειμένου να συνεχίσει τις σπουδές του στις θεολογικές ακαδημίες του Κιέβου και της Αγίας Πετρούπολης. Στη Ρωσία παρέμεινε μέχρι το 1919, οπότε λόγω της Οκτωβριανής Επανάστασης αναγκάστηκε να επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη[3]. Ήταν γνώστης αρκετών ξένων γλωσσών, στις οποίες συμπεριλαμβάνονταν μεταξύ άλλων τα αγγλικά, τα γαλλικά, τα ρωσικά και τα τούρκικα[2].

Πρώιμη δράση Επεξεργασία

Στις 9 Ιουνίου του 1919 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και χειροθετήθηκε αρχιμανδρίτης. Τον Οκτώβριο του 1920 το Πατριαρχείο τον έστειλε στην Κομοτηνή ως Έξαρχο στη μητρόπολη Μαρωνείας και Θάσου. Εκεί ανέλαβε τη διεύθυνση του ημιγυμνασίου της πόλης, στο οποίο δίδαξε θρησκευτικά, ελληνικά και γαλλικά. Όταν μάλιστα ο τότε μητροπολίτης Μαρωνείας Μελισσηνός ασθένησε και δεν μπορούσε να ασκήσει τα καθήκοντά του, ο Μιχαήλ ανέλαβε τοποτηρητής της Μητρόπολης[3]. Το 1922, μετά τη Μικρασιατική καταστροφή, φρόντισε για την εγκατάσταση προσφύγων στη Ροδόπη και την αλλαγή πολλών τοπωνυμίων σε ελληνικά, μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών.

Το 1923 ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρυσόστομος Α΄ τον διόρισε γραμματέα και κατόπιν Μέγα Πρωτοσύγκελλο της Αρχιεπισκοπής Αθηνών. Στην Αθήνα παρέμεινε επί τέσσερα χρόνια, κατά τα οποία λειτουργούσε στη Μητρόπολη Αθηνών, μετέφραζε και αρθρογραφούσε στην εφημερίδα «Νέος Αγών». Από το 1927 ως το 1939 διετέλεσε ιερέας του Ναού της Αγίας Σοφίας στο Λονδίνο. Στα δώδεκα αυτά χρόνια διετέλεσε αντιπρόσωπος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, της Εκκλησίας της Ελλάδος και του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας σε διάφορα συνέδρια και επιτροπές, και ασχολούνταν με τη μετάφραση και την αρθρογραφία ενώ παράλληλα ανέπτυξε σημαντική ποιμαντική και κοινωνική δραστηριότητα[4].

Μητροπολίτης Κορίνθου Επεξεργασία

Το 1939 ο Μιχαήλ εξελέγη μητροπολίτης Κορίνθου[4] στη θέση του Δαμασκηνού, ο οποίος αν και εξελέγη το 1938 αρχιεπίσκοπος Αθηνών εκθρονίστηκε από το καθεστώς Μεταξά και περιορίστηκε σε μοναστήρι της Σαλαμίνας. Έτσι στις 10 Σεπτεμβρίου 1939 ο Μιχαήλ χειροτονήθηκε επίσκοπος από τον αρχιεπίσκοπο Χρύσανθο και ενθρονίστηκε στις 15 Οκτωβρίου του ίδιου έτους. Ως μητροπολίτης Κορίνθου επέδειξε πλούσιο ποιμαντικό, κοινωνικό και εθνικό έργο (διοργάνωση συσσιτίων, ίδρυση πολυϊατρείου, κλπ) σε μια δύσκολη περίοδο όπου διαδραματίστηκαν γεγονότα όπως ο πόλεμος του 1940, η Κατοχή και ο Εμφύλιος. Μεταξύ άλλων ενίσχυσε τη θρησκευτική αγωγή των πιστών και των κληρικών, προσέγγισε τη νεολαία της περιοχής του, επισκεπτόταν συστηματικά απομακρυσμένες ενορίες της μητρόπολης, επανασύστησε την Εκκλησιαστική Σχολή Κορίνθου, δημιούργησε τον σύνδεσμο «Απόστολος Παύλος», ίδρυσε την Επαγγελματική Σχολή Θηλέων στο Περιγιάλι και τη «Φοιτητική Ένωση Κορινθίας», ανασυγκρότησε το «Αρχείο Μελετών» της Κορίνθου, ίδρυσε πολυϊατρείο, οργάνωσε συσσίτια κλπ[1][4][5]. Όταν συνελήφθησαν από τους ναζί περί τους 100 Κορίνθιοι ως όμηροι και μεταφέρθηκαν στην Τρίπολη, ο ίδιος ο Μητροπολίτης Μιχαήλ μετέβη εκεί και με ενέργειές του προς τον Γερμανό διοικητή , κατάφερε την απελευθέρωση των Ελλήνων ομήρων.[6]

Αρχιεπίσκοπος Αμερικής Επεξεργασία

Μετά την ανάδειξη του αρχιεπίσκοπου Βορείου και Νοτίου Αμερικής Αθηναγόρα στον Οικουμενικό Θρόνο, ο Μιχαήλ, που εκείνη την περίοδο συμπεριλαμβανόταν στους σημαντικότερους επισκόπους της Ορθόδοξης Εκκλησίας ήταν ένας από τους υποψήφιους για την κάλυψη της κενής θέσης. Αν και δεν απολάμβανε την εύνοια του Αθηναγόρα, ο αιφνίδιος θάνατος του μητροπολίτη Ρόδου Τιμόθεου, που είχε αρχικά εκλεγεί, οδήγησε στις 11 Οκτωβρίου του 1949 την Ιερά Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην εκλογή του Μιχαήλ ο οποίος ενθρονίστηκε στις 18 Δεκεμβρίου του 1949 στον ναό της Αγίας Τριάδας της Νέας Υόρκης[1][4][7].

Ο Μιχαήλ ασχολήθηκε με την αναδιοργάνωση της παιδείας, την ίδρυση κατηχητικών, την οργάνωση της θεολογικής σχολής του Μπρούκλαϊν και της Ακαδημίας του Αγίου Βασιλείου, την ίδρυση της οργάνωσης νεολαίας Αμερικής κλπ. Παράλληλα καθιέρωσε διάφορες γιορτές και εκδηλώσεις, αύξησε τα έσοδα της αρχιεπισκοπής, ίδρυσε διάφορα ιδρύματα όπως π.χ. γηροκομείο για τους γέροντες ομογενείς, ανανέωσε το περιοδικό της αρχιεπισκοπής «Ορθόδοξος Παρατηρητής» κ.ά. Επίσης δραστηριοποιήθηκε έντονα σε εθνικά θέματα όπως η μεταφορά ανήλικων παιδιών στα κομμουνιστικά κράτη κατά την περίοδο του Εμφυλίου, το Κυπριακό ζήτημα και το πογκρόμ κατά των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης κατά το 1955. Συν τοις άλλοις πραγματοποίησε εράνους υπέρ των σεισμόπληκτων κατοίκων των Επτανήσων και της Θεσσαλίας[1][7][8]. Επί των ημερών του ο Πρόεδρος Αϊζενχάουερ θεμελίωσε τον Καθεδρικό Ναό της Αγίας Σοφίας στο Μανχάταν της Νέας Υόρκης[1].

Το καλοκαίρι του 1958, κατά τη διάρκεια της 14ης Κληρικολαϊκής Συνέλευσης που διεξαγόταν στο Σολτ Λέικ της Γιούτα, ασθένησε ξαφνικά με αποτέλεσμα να διακομιστεί σε νοσοκομείο του Μανχάταν όπου υποβλήθηκε σε εγχείρηση. Μετά από ολιγοήμερη νοσηλεία απεβίωσε στις 13 Ιουλίου 1958 έπειτα από καρδιακή προσβολή[2][8]. Ετάφη στον περίβολο της Ακαδημίας του Αγίου Βασιλείου.

Συγγραφικό έργο Επεξεργασία

Ο αρχιεπίσκοπος Μιχαήλ υπήρξε πολυγραφότατος συγγραφέας. Συγκεκριμένα έγραψε πληθώρα βιβλίων, μονογραφιών, μελετών καθώς και άρθρων στον Τύπο ιστορικού, θρησκευτικού και φιλοσοφικού χαρακτήρα. Παράλληλα, ασχολήθηκε και με την υμνογραφία. Μερικά από τα έργα του είναι[9]:

  • Η Ορθόδοξος Εκκλησία, Λονδίνο 1931, Νέα Υόρκη 1952
  • Ο εν Λονδίνω ελληνικός ορθόδοξος ναός, Οξφόρδη 1933
  • Ο Μέγας Αθανάσιος και η εποχή αυτού, Αθήναι 1937
  • Ευστρατίου Αργέντη, Συνταγμάτιον κατά παπιστικού καθαρτηρίου πυρός, Αθήναι 1939
  • Θρησκεία και διανόησις, Κόρινθος 1945, Αθήναι 1959.
  • Οδηγός του εκκλησιαζομένου Χριστιανού, Αθήναι 1950
  • Εγκόλπιον του ορθοδόξου Χριστιανού, Αθήναι 1950.

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 Stephanopoulos, Nikki. «Biography of Archbishop Michael». goarch.org (στα Αγγλικά). Greek Orthodox Archdiocese of America. Ανακτήθηκε στις 23 Φεβρουαρίου 2016. 
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 Ελευθερία, 15 Ιουλίου 1958, σ. 5.
  3. 3,0 3,1 3,2 Αθανασίου Θ. Βουρλή, Ελληνορθόδοξος υμνογραφία εικοστού αιώνος 1900 - 2000, Υμνογράφοι και υμνογραφήματα, Α' Επίσκοποι, εκδόσεις Συμμετρία, Αθήνα 2004, σ. 85.
  4. 4,0 4,1 4,2 4,3 Αθανασίου Θ. Βουρλή, 2004, σ. 86.
  5. «Ο εκ Μαρωνείας αρχιεπίσκοπος Αμερικής Μιχαήλ Κωνσταντινίδης (1892-1958)». enromiosini.gr. Ενωμένη Ρωμηοσύνη. 15 Σεπτεμβρίου 2012. Ανακτήθηκε στις 24 Φεβρουαρίου 2016. 
  6. Ημερολόγιο Ιεράς Μητροπόλεως Κορίνθου 2018, σελ 25, εκδόσεις Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος
  7. 7,0 7,1 Αντωνιάδου, Μαρία (5 Σεπτεμβρίου 1999). «Βυζαντινές ίντριγκες στην Εκκλησία της Αμερικής». tovima.gr. Το Βήμα. Ανακτήθηκε στις 24 Φεβρουαρίου 2016. 
  8. 8,0 8,1 Αθανασίου Θ. Βουρλή, 2004, σ. 87.
  9. Αθανασίου Θ. Βουρλή, 2004, σ. 87-89.

Πηγές Επεξεργασία


τίτλοι της Ορθόδοξης Εκκλησίας
Προκάτοχος
Δαμασκηνός
Μητροπολίτης Κορίνθου
1939-1949
Διάδοχος
Προκόπιος
Προκάτοχος
Αθηναγόρας
Αρχιεπίσκοπος Αμερικής
1949-1958
Διάδοχος
Ιάκωβος